Γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1967. Αν ο Σακκής ήταν ένας ‘κομπολογάς’ των γηπέδων, ο Σαχίνης ήταν ένας ‘πορτοφολάς’. Θα μπορούσε να συμβεί να τον έχουν ‘στριμώξει’ τρεις αμυντικοί και αυτός να καταφέρει να τους ντριπλάρει, να ξεφύγει και να τους πάρει και τα ‘πορτοφόλια’. Σχήμα λόγου, που αποδίδει παραστατικά το επίπεδο της δεξιοτεχνίας του Χαλκιδέου άσσου.
Γονιδιακό χάρισμα η ντρίπλα για τον Μπάμπη, που ως φαίνεται κληρονόμησε απ’ τον πατέρα του Δημήτρη, που μεγαλουργούσε την δεκαετία του ΄50 στη δεξιά πλευρά του μεγάλου Ολυμπιακού Χαλκίδος.
Επιθετικός… γενικά ο Σαχίνης. ‘Κίνδυνος-θάνατος’ για κάθε άμυνα!
Έγραφε τότε για τον Μπάμπη Σαχίνη, στα 1985, δεκαοκτάχρονο τότε, βασικό στέλεχος της ομάδας του Ολυμπιακού, ο ‘ΕΥΒΟΪΚΟΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ’:
‘Φλογερός μαχητής, ο νεαρός διεθνής άσσος του Ολυμπιακού. Αγωνίζεται με ιδιαίτερη επιτυχία σ’ όλες τις θέσεις της επίθεσης αλλά και του κέντρου. Παίκτης με ευρύ ποδοσφαιρικό μέλλον. Αισθαντικός σε δύναμη, πείσμων και με πνεύμα μαχητικό, δεν δειλιάζει σε οποιαδήποτε σκληροτράχηλη και πολυπρόσωπη άμυνα, μια διαρκής απειλή που απελευθερώνει με την αέναη κίνησή του, τις επιθετικές δραστηριότητες των συμπαικτών του…’.
Γρήγορος, διεισδυτικός, με εξαιρετικές κινήσεις σε κλειστό και ανοικτό χώρο. Ενίοτε ατομιστής, στοιχεία που διατήρησε χωρίς ν’ αλλάξει το αγωνιστικό του στυλ μέχρι το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας. Τέλος ‘τσαμπουκάς’ με την αγωνιστική έννοια της λέξης και ένας ποδοσφαιριστής που δεν ήθελε να χάνει.
Λίγο αργότερα, το ’87 θα φύγει για τον Απόλλωνα της Καλαμαριάς, που είχε καλή ομάδα τότε και έπαιξε για αρκετές περιόδους στην Α’ Εθνική. Ήταν τότε οι νεαροί, Ζήσης Τσέκος, Βασίλης Μπορμπόκης και οι έμπειροι Βαγγέλης Κουσουλάκης, Γιώργος Ζήνδρος, Γιώργος Σεμερτζίδης, Κώστας Ορφανός και ο Σέρβος Πάπριτσα. Καταπληκτικές εμφανίσεις. Πολλά κερδισμένα φάουλ και πέναλτι και πρόσωπο αναφοράς για την αντιμετώπισή του, στο μάθημα των αποδυτηρίων για τους αντίπαλους προπονητές. Έμεινε μέχρι το ’89, έπαιξε ένα χρόνο στην Καστοριά και επέστρεψε πάλι για ένα χρόνο μέχρι το ’91 στην Καλαμαριά. Εν τω μεταξύ, παίρνει το πτυχίο του απ’ τη Γυμναστική Ακαδημία, στρατεύεται και επιστρέφει στα ‘πάτρια ποδοσφαιρικά εδάφη’. Προποντίδα, ΑΟ ‘Χαλκίς’, Ολυμπιακός, Λήλας, Ερέτρια, Αταλάντη και πάλι Ολυμπιακός με την οριστική αποχώρησή του από τα γήπεδα το 1998.
Συνεργάζεται με τον Ανδρέα Γκιουλμπαξιώτη και δημιουργούν τις ‘ακαδημίες’ των Σχολών Ποδοσφαίρου. Σαν προπονητής θα εργασθεί για λίγο στις ομάδες της Προποντίδας, του Ολυμπιακού, της Μικτής Νέων Ευβοίας, της Ένωσης Διρφύων, για να επιστρέψει στη ‘Νεάπολη’ που μέχρι σήμερα αποτελεί το αγωνιστικό τμήμα της σχολής.
Επανερχόμενοι στην ποδοσφαιρική ιδιότητα του Μπάμπη Σαχίνη, πρέπει ν’ αναφέρουμε τις ιδιαίτερες ικανότητές του, να δημιουργεί και να εκτελεί, έχοντας συγκροτήσει τις περιόδους ’85-’86 και ’86-’87 ένα ‘φονικό δίδυμο’ με τον εκπληκτικό σκόρερ Αντώνη Δρακόπουλο.
Είχε αρκετές συμμετοχές στις Εθνικές ομάδες Νέων και Ελπίδων.
Ο Αλέκος Ταμπάκης, διείδε το ταλέντο του και του άνοιξε την πόρτα του Ολυμπιακού. Ήταν τότε μόλις 14 χρονών.
‘Ο Κουμπιάς δεν με περιόριζε και με βοήθησε να βελτιωθώ. Στην Καλαμαριά, ο Αντώνης Γεωργιάδης βοήθησε στην ποδοσφαιρική μου ολοκλήρωση’.
Πηγή: Η ΜΝΗΜΗ ΔΑΚΡΥΖΕΙ