Γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1932. Η οικογένεια του διατηρούσε για πολλά χρονιά φούρνο στη Γαζέπη, κοντά στο νοσοκομείο. Στον Μπάμπη όμως άρεσε το γυρολόι. Και το ποδόσφαιρο το ‘χε στο αίμα του. Μεγάλος ποδοσφαιριστής στην εποχή του, που έπαιζε με ευχέρεια τις θέσεις ‘9-10-11’. Θεαματικός παίκτης!
Ο Νώντας Παπαδέδες, τον θυμάται να επιχειρεί τ’ ανάποδα ψαλίδα και να σκοράρει με πολλούς και απίθανους τρόπους, με τα ‘κιτρινόμαυρα’ της ΑΕΚ Χαλκίδας και προς το τέλος της δεκαετίας του ’50 με αυτά της ‘Ένωσης’. Στην ΑΕΚ πάντως πρέπει να έπαιξε ερχόμενος απ’ τον Ολυμπιακό Χαλκίδας, αφού τον βρίσκουμε στην σύνθεση του λίγο πριν το ’50.
Ανήσυχο πνεύμα, ευφυής και διορατικός. Ο φούρνος ήταν σκλαβιά για τον Μπάμπη. Έτσι κατάφερε και ‘χώθηκε’ στην ΔΕΥΑΧ και εργάστηκε σαν καταμετρητής στην υδρομέτρηση. Δουλειά που βόλευε τον Μπάμπη, που συνέχιζε να παίζει ποδόσφαιρο μέχρι το ’65 περίπου και παράλληλα να δουλεύει στο μυαλό του, την ιδέα του ‘ποδοσφαιρικού φυτωρίου’. Στη γύρα λοιπόν, εντόπιζε τους παιδότοπους και τις αλάνες τα πρωινά και τ’ απογεύματα κατηφόριζε την ‘Καρακλέων’ και θα τον έβρισκες πότε στο ‘Πλάτωμα’ και πότε στο ‘Δέλτα’, στο γήπεδο του ‘Πρωτέα’ στον ‘Καράμπαμπα’ και βέβαια στη ‘Δεξαμενή’. Όπου ‘παιδομάζωμα’ παρών και ο Μπάμπης. Μέχρι την ‘Ξηρόβρυση’ τον είχαν δει να παρακολουθεί πιτσιρικάδες…
Τους πλησίαζε, τους ‘έφτιαχνε’, είχε λόγο που γοήτευε και τους έπειθε. Ύστερα τους φωτογράφιζε επί τόπου! Με την πλάτη στον τοίχο, στις μάντρες, τους έβγαζε δελτία. Όπου έπαιζαν πιτσιρικάδες καθόταν και τους χάζευε με τις ώρες. Είχε ένα αποτελεσματικό τρόπο, καταφέρνοντας να αποσπά τη γονική συναίνεση και να φέρνει τους μικρούς στην ομάδα, που στα 1968 παίρνει την επωνυμία ‘Ευβοϊκός’ και ένα ή δύο χρόνια αργότερα μπαίνει και στο πρωτάθλημα, που ήταν μικτό τότε, με τη συμμετοχή και ομάδων της Βοιωτίας, ξεκινώντας βέβαια απ’ τη Β’ Τοπική.
‘Είχε μάτι και χέρι’ και ήξερε να καλλιεργεί και να φτιάχνει ταλέντα. Μάζευε παιδιά φτωχών οικογενειών, που έρεπαν συνήθως προς άλλες εξωσχολικές δραστηριότητες της εποχής και τους ‘έδινε ένα νόημα’. Τους έκανε γνωστούς και… αυτοδύναμους σε χαρτζιλίκι. Δεκάδες αξιόλογων ποδοσφαιριστών, ο Βασίλης Λώλης, ο Γιώργος Σταμέλος, ο Βασίλης Αναστασόπουλος, ο Μιχάλης Ανδρίκος, ο Μήτσος Γεωργουδάκης απ’ τους κορυφαίους και άλλοι πολλοί. Ο πρώτος, ένας νευρώδης, γρήγορος και τεχνίτης αμυντικός, που ξεκίνησε σαν επιθετικός, αλλά κατέληξε να παίζει όλες τις θέσεις της άμυνας. Ο Σταμέλος και ο Αναστασόπουλος, διέγραψαν μια εξαιρετική πορεία και στα επαγγελματικά πρωταθλήματα. Ο τέταρτος αυτής της σειράς, ο Λάκης Ανδρίκος, ένας καταπληκτικός δεξιός οπισθοφύλακας, με φυσικές δυνάμεις και τεχνικές αρετές που έπαιξε αρκετά χρονιά στον ΑΟΝ Αρτάκης και αργότερα στην Προποντίδα, στερήθηκε όμως και αυτός μια μεγαλύτερη ποδοσφαιρική καριέρα. Ο τελευταίος μέγας μπαλαδόρος της εποχής (’70), έφυγε νέος και εντελώς άδοξα, νικημένος από το αλκοόλ και την επάρατη.
Πέρα αυτών, ο πολύ καλός τερματοφύλακας Γιώργος Καραγιάννης (Σαΐνος) που έπαιξε και στον Ολυμπιακό απ’ το ’77 μέχρι το ’82. Ηλίας, Στέλιος, Γιώργος και Δημήτρης εξήντα και πλέον χρόνια… στην υπεράσπιση των Χαλκιδέικων εστιών απ’ το ’48 έως το 2008.
Ο Θάνος Αναστασιάδης υποστηρίζει, ότι και ο Δημήτρης Δημητρίου πριν βρεθεί στους εφήβους του ΑΟ Χαλκίς πέρασε απ’ την ‘Σχολή Κωτσακόπουλου…’. Ποια ‘σχολή’ δηλαδή..! Οι προπονήσεις ακολουθούσαν ‘τσιγγάνικους ρυθμούς’. Πότε στον ‘περίγυρο’ του Εθνικού Σταδίου και πότε σε διάφορες αλάνες. Έδρα για μεγάλο διάστημα και τουλάχιστον σχεδόν όλη τη δεκαετία του ’70, ο ‘Ευβοϊκός’ είχε το γήπεδο της Ν. Αρτάκης.
Διεισδυτικό μάτι και κοφτερό μυαλό, ο Μπάμπης που απ’ το ’70 και μετά, γίνεται ‘κυρ-Μπάμπης…’. Με την ‘άσπρη βέσπα’ που του έκαναν δώρο οι ‘Ενωσέοι’ όταν ήρθε μεταγραφή απ’ την ΑΕΚ Χαλκίδας (1959) και τον ‘μαλλιαρό μαύρο σκύλο’ που τον φώναζε ‘Ευβοϊκό’. Μια χαριτωμένη φιγούρα των γηπέδων αλλά και της κοινωνικής ζωής του τόπου.
Ο Μπασούκος, ο Σόλιας, ο Αυλωναρίτης, ο Σαραντάρης, ο Τζοτζόκος, ο Μπαλογιάννης, ο Κλειδάς, ο Γαϊτανάρος, οι ‘Φωκάδες’, τ’ αδέρφια Ντόβρου, ο Νίκος, ο Σάκκης και ο Γιώργος, τ’ αδέρφια Τάκης και Γιάννης Κουφαλέξης. Λίγο πριν το ’90 ο Βασίλης Γλωσσιώτης, ο Τζίμης ο Τσάγκας και ο Σταύρος Λέλος, ακολούθησαν σαν ‘Ευβοϊκοί’ δεύτερης και τρίτης ποδοσφαιρικής γενιάς, ώσπου η ‘στρόφιγγα’ από ταλέντα στέρεψε, ήρθε και η κόπωση, όμως φρόντισε ο ίδιος για τη διάδοχη κατάσταση με τα γνωστά και τον νεότερο ‘Ευβοϊκό’ του Θάνου Αναστασιάδη και των ‘Σακελλαράκηδων’ Βασίλη, Παναγιώτη και Κώστα.
Πρόσφερε ο κυρ-Μπάμπης στο Ευβοϊκό ποδόσφαιρο και όλοι του το αναγνωρίζουν. Γέμισε με ελπίδες τους νεολαίους της δεκαετίας του ’70 και έθρεψε όνειρα και προσμονές. Για πολλούς επαληθεύτηκαν, για άλλους όχι. Πουλούσε κάποιον παίκτη για ν’ αγοράσει υλικό για την επόμενη χρονιά. Μέχρι το ’90-’91 διατηρούσε μια ολιγομελή ομάδα πιτσιρικάδων, που εμφάνισε σε κάποια ‘τουρνουά’… Καταφερτζής, με τον απλό κατανοητό και γραφικό λόγο του, κέρδιζε την συμπάθεια διοικητών στρατοπέδων και οι βασικοί παίκτες τύγχαναν των όποιων διευκολύνσεων για το συμφέρον του Ευβοϊκού. Ο Βασίλης Γλωσσιώτης ήταν ένας απ’ αυτούς και επιβεβαιώνει το γεγονός.
Είχε ιδιαίτερη εκτίμηση στο χρήμα. Οι μεταγραφές πιάνανε τόπο. Ακριβές σίγουρα, όμως κανείς δεν βρέθηκε να ‘κλάψει τα λεφτά του’. Τα πρώτα καλά λεφτά, τα κέρδισε με τη μεταγραφή του Γιώργου Σταμέλου στον ΑΟ Χαλκίς. Διακόσιες είκοσι χιλιάδες και μ’ αυτά πήρε το μπλε ‘FIAT BERLINA SPORT’ που το ‘ριξε και αυτό στην υπηρεσία του ‘Ευβοϊκού’. Το φόρτωνε συνήθως με 6-7 ποδοσφαιριστές για να πάνε στα χωριά να παίξουνε… ολόκληρη αποστολή με δυο αυτοκίνητα… Το άλλο το ταξί του Ντόβρου..!
Η ‘Σχολή Κωτσακόπουλου’ υπήρξε προπομπός και προάγγελος για τις σύγχρονες ‘Σχολές Ποδοσφαίρου’. Η ποδοσφαιρική επιχειρηματικότητα στην πρωτογενή της μορφή.
Ο Μπάμπης Κωτσακόπουλος, ήταν από μόνος του μια ολόκληρη κουλτούρα. Ένας χαρακτηριστικός ωραίος τύπος, που λανσάρισε κυριολεκτικά μια ιδιαίτερη τεχνοτροπία, στο ντύσιμο, στο περπάτημα και με την ‘αργκό’ σε πρώτο γλωσσικό πλάνο. Ήξερε να φέρεται, ένας πραγματικά γοητευτικός άνθρωπος. Οι ‘ατάκες’ του ένας πηγαίος θησαυρός. Δεν ήταν γενικά του καυγά και του σαματά..!
Ένας ιδιόρρυθμος χαρακτηριστικός τύπος. Απ’ τους παλιούς ωραίους μάγκες. Είχε βέβαια τις ‘αδυναμίες και τα χούγια του’. Ήθελε τα ‘σέα του και τα μέα του’ πως να το κάνουμε..! Το πρωί στην ‘καταμέτρηση’, τ’ απόγευμα στην προπονήση και το βράδυ ‘σενιαριζότανε’, γαμπρός σένιος για τις νυχτερινές βόλτες του…
Όταν ήταν ‘φορτωμένος’ ξηγιόταν κιμπάρικα… τα έσκαγε, τα έδινε που λέμε. Άνθρωπος ‘έξω καρδιά’ και ντόμπρος δεν κρυβότανε. Όταν έπινε κανένα ουζάκι, μέθαγε, φτιαχνόταν και μπουκάριζε στ’ αποδυτήρια, ‘διαποτισμένος’ απ’ την ευθυμία που προκαλούσε το αλκοόλ και τα ‘εθνικά ιδεώδη’ και έβγαζε πύρινο λόγο: ‘Λοιπόν παίδες, χθες παρελάσαμε για να τιμήσουμε ξέρετε ποιους..; Τους πατεράδες μας, που πολεμήσανε για την πατρίδα, για να είμασθε εμείς λεύτεροι σήμερα να παίζουμε την μπαλίτσα μας, χωρίς Γερμανούς και Ιταλούς στο σβέρκο μας…’.
Ήθελε και το μπαρμπουτάκι του και το χαρτάκι του. Είχε ‘ομάδα’ λένε που ‘κεντράριζε’ τους αντιπάλους. Αν έπεφτες στον ‘ιστό’ ήσουν χαμένος από χέρι..!
Απ’ την άλλη ωραίος τύπος, σ’ έβαζε στην θέση σου με τη γλώσσα… Ένας εργάτης του αθλητισμού, πραγματικός ‘ήρωας’. Ένας υπάλληλος που με κάποιες μικρές βοήθειες συντηρούσε για πάνω από είκοσι χρόνια μια ολόκληρη ποδοσφαιρική ομάδα. Για το ποδόσφαιρο που υπηρέτησε με αφοσίωση, δεν έκανε οικογένεια και μόνο προς το τέλος παντρεύτηκε τη γυναίκα, που τον στήριξε και έμεινε στο πλευρό του και στα εύκολα και στα δύσκολα μέχρι το τέλος της ζωής του.
Μερακλής, ασίκης, μποέμης και αλανιάρης! Η γνήσια έκφραση ενός μάγκα παλιάς κοπής. Ιδιαίτερο περπάτημα, αρχοντικό. Παντελόνι ‘σωλήνα’ και μυτερό παπούτσι..!
Ήταν ωραίος ο κυρ-Μπάμπης. Μοναδικός και ανεπανάληπτος..!
Πηγή: Η ΜΝΗΜΗ ΔΑΚΡΥΖΕΙ