Γεννήθηκε το 1950 στα Ψαχνά. Ήταν γνωστός με το ποδοσφαιρικό προσωνύμιο ‘Αγιάλα’, του μακρυμάλλη άσου του νοτιαμερικάνικου ποδοσφαίρου (Αργεντινής) της δεκαετίας του ’70.
Έπαιξε στον Ηρακλή Ψαχνών από το 1964 ως το 1970 και στη συνέχεια μεταγράφηκε στον ΑΟ Χαλκίς που έπαιξε μέχρι και το 1973, οπότε και επέστρεψε στον Ηρακλή. Σε μεγάλη πλέον ποδοσφαιρική ηλικία, θα κλείσει την καριέρα του, φορώντας για ένα χρόνο (1985-86) τη φανέλα της ΑΕ Πάλιουρα.
Επιτελικός χαφ με πλούσια προσόντα και πραγματικά μεγάλες δυνατότητες. Ένας υποδειγματικός αθλητής, που ακολουθούσε με ασκητική πειθαρχία τον υγιεινό τρόπο ζωής, αφού απέφευγε το ποτό, το κάπνισμα και το ξενύχτι, συνήθειες που την εποχή του, οι άλλοι μεγάλοι ποδοσφαιριστές ακολουθούσαν με φανατισμό. Φρόντιζε πάντα να βρίσκεται σε καλή φυσική κατάσταση. Ήταν ιδιαίτερα γρήγορος, με ανάλαφρες κινήσεις, καλός σκόρερ και πιστός στην εφαρμογή του ‘1-2’. Είχε ποδοσφαιρικό μυαλό. Ο ίδιος προτιμούσε να τον συγκρίνουν και να τον προσομοιάσουν με τον Έλληνα άσο της εποχής, Γιώργο Δεληκάρη.
Εκτιμούσε για τον εαυτό του, αλλά το ίδιο πιστεύουν οι συμπατριώτες του, ότι ήταν ‘ένας ερασιτέχνης’ με επαγγελματική νοοτροπία. Θαύμαζε τα ποδοσφαιρικά προσόντα του συχωρεμένου Γιώργου Μεθενίτη, τον οποίο θεωρεί ως τον κορυφαίο κεντρικό αμυντικό που έβγαλε η Μεσσαπία, που όμως έθεσε σε δεύτερη μοίρα την ποδοσφαιρική του καριέρα, αφού στράφηκε γρήγορα προς τον επαγγελματικό και κοινωνικό χώρο.
Σεμνός και ήρεμος χαρακτήρας. Αποβλήθηκε σ’ ένα παιχνίδι γιατί άλλαξε τη φανέλα νούμερο ’10’ με το νούμερο ‘7’! Θεωρεί ακόμη πρότυπα για τη δεκαετία του ’70 τους Κώστα Ζήση, Δημήτρη Τσακάλη, Γιάννη Μπρατσιώτη και Βαγγέλη Ρόγκα και διαχρονικά ποδοσφαιρικά ορόσημα για όλες τις μεθεπόμενες ποδοσφαιρικές γενιές.
Πηγή: Η ΜΝΗΜΗ ΔΑΚΡΥΖΕΙ