Την επόμενη περίοδο (’68-’69) η Διοίκηση ‘Κώστα Αλεξάνδρου’ συνεπικουρούμενη και απ’ τον Δήμαρχο Δημήτρη Σκούρα, τον Γιάννη Σπανό, τον Περικλή Παπαβασιλείου και τους ‘Ευριπέους’ Κώστα Χαραμαντίδη και τον Γενικό Γραμματέα Αντώνη Μουστάκα, που έχει διακόψει αναπάντεχα τη λειτουργία της, εξαιτίας μιας ‘περίεργης υπόθεσης’ που θα περιγράψουμε με δημοσιεύματα της εποχής (Μάης ’68) σε επόμενη ενότητα, έχει ‘παραδώσει τα ηνία’ στη Διοίκηση ‘Τάσου Καμπούρη’ που ούτως ή άλλως η ‘άλλη πλευρά’ κατηγόρησε ως ‘σκευωρό’ και που σαφώς καιροφυλακτούσε για ν’ αναλάβει διοικητική δράση.
Γνωστός ‘αντι-ολυμπιακός’… ‘απερύθρωσε’ τη διοίκηση, εδραιώνοντας βέβαια τον ‘έμπιστο’ Αντώνη Μουστάκα και στη νέα διοίκηση.
Ήρθε και ανέλαβε την τεχνική ηγεσία ο Πάνος Μάρκοβιτς, ανερχόμενος προπονητής, ένα δυνατό όνομα τότε με καλές θεωρητικές γνώσεις, επιλογή του Τάσου Καμπούρη, που ήθελε να ‘αποδομήσει’ κάθε τι ερυθρόλευκο. Έτσι έφυγαν τα οκτώ-ένατα (8/9) της Διοίκησης… άλλα και ο Βαγγέλης Χέλμης!
Κακοί οιωνοί! Η αντικατάσταση του Χέλμη, που ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στους ποδοσφαιριστές ήταν μια δυσάρεστη έκπληξη γι’ αυτούς. Ο Χέλμης βασιζόταν κυρίως στο ταλέντο των ποδοσφαιριστών. Ο Μάρκοβιτς προσπαθούσε να φέρει ‘νέα ήθη’ στην ομάδα και υπήρξαν αντιδράσεις. Να για παράδειγμα ο Νίκος Σιμιτζής, έπρεπε να γίνει πιο ομαδικός και να πειθαρχεί σε συγκεκριμένο αγωνιστικό σύστημα. Ο Τσαλίκης, ο Λίβας, ο Μπρατσιώτης έπρεπε να αλλάξουν κι αυτοί αγωνιστικό στυλ.
Ύστερα και η νέα διοίκηση ‘τρέναρε’ αδικαιολόγητα το ‘υπεσχημένο πριν ανόδου’, με αποτέλεσμα να προκληθεί ‘ανταρσία’ με πρωτεργάτες… ποιους άλλους… τους πρώην ερυθρόλευκους και την προσθήκη του Σούλη Παππά απ’ την πλευρά των ‘Ευριπέων’.
Η ομάδα είχε πάρει αγωνιστικά την ‘κάτω βόλτα’ μ’ όλα αυτά και οι βαθμοί έρχονταν με το ‘σταγονόμετρο’! Ακόμη το γεγονός, ότι ο Γιάννης Καμπούρης, αδελφός του προέδρου δεν ήταν αρεστός στον προπονητή Μάρκοβιτς, όσον αφορά την παρουσία του στις αποστολές και στα αποδυτήρια, εξόργισε τον πρόεδρο και επιτάχυνε την έξοδο του Μακεδόνα τεχνικού. Ο Μάρκοβιτς αναγκάζεται σε παραίτηση και το ‘δίδυμο’ Τοπουζίδη-Ταμπάκη καλείται να βγάλει την περίοδο. Υποβιβασμός και ο Τάσος Καμπούρης ‘καθαιρεί’ όλη την παλιά φρουρά, αλλά και νεότερους που συμμετείχαν στην κίνηση κατά της διοίκησης. Τα πάνω κάτω στο ποδοσφαιρικό τμήμα. Έμειναν ουσιαστικά απ’ τους ‘παλιούς’ μόνο οι Μπρατσιώτης-Ρόγκας-Β. Τοκπασίδης-Σιμιτζής και κάποιοι νέοι που προωθούνται απ’ την Β’ ομάδα (εφηβική) για ν’ αποχωρήσουν και οι περισσότεροι απ’ αυτούς την άλλη περίοδο ’70-’71.
Μόνο ο Παππάς ‘επιβιώνει’ και ταυτόχρονα επιβραβεύεται για τις εξαιρετικές εμφανίσεις του στην Α’ Εθνική, παίρνοντας μεταγραφή για τον Ολυμπιακό Πειραιώς. Οι άλλοι σκορπίζουν! Ο Καγιάς με τον ‘κολλητό’ του Δημήτρη Τσακάλη, μετακινούνται προς Λιβαδειά. Οι πιο πολλοί συγκεντρώνονται στην ΑΕΚ που γίνεται απ’ τη μια στιγμή στην άλλη… ‘υπερομάδα’ για τα τοπικά δεδομένα.
Κάποιοι επιστρέφουν στον Α.Ο. ‘Χαλκίς’ τη μεθεπόμενη αγωνιστική περίοδο… Ο Γιάννης Μπρατσιώτης επίσης παραμένει και συνεχίζει με τους ‘ρούκις’ της επόμενης περιόδου και μέχρι το ’75. Την περίοδο ’69-’70 έρχεται στην ομάδα απ’ τον Α.Ο.Ν. Αρτάκης, ο εξαιρετικός Κώστας Ζήσης (Στρογγυλός) αρχικά ως σκόρερ και στη συνέχεια διέγραψε μια εκπληκτική πορεία ως δεύτερος σέντερ-μπακ (λίμπερο).
‘Έγιναν λάθη…’ θα τονίσει ο Σούλης Παππάς. ‘Ήταν μια ομάδα με πολύ καλά στοιχεία. Συνεκτική και πειθαρχημένη αμυντική γραμμή μεγάλης εμπειρίας, με ‘αρχηγό’ τον Δημήτρη Τσάκαλο και συμπαραστάτες τον αδερφό του Τάσο, τον Γιάννη Κακαβά και τον Αλέκο Κουτσουδάκη. Στην εστία ο έμπειρος, θεαματικός και ριψοκίνδυνος Λουκάς Κάγιας.
Στο 4-2-4 έπαιζα εγώ και ο Παναγιώτης Λίβας. Η ομάδα έπαιζε με δυο σέντερ-φορ, τον Νίκο Εμμανουηλίδη και τον Βασίλη Τοκπασίδη. Στα άκρα ο Νίκος Σιμιτζής ή ο Βαγγέλης Ρόγκας δεξιά, και ο Γιάννης Μπρατσιώτης αριστερά. Όταν το σύστημα έπαιρνε την διατακτική μορφή του 4-3-3, είχαμε την προσθήκη στον μεσαίο χώρο του Γιώργου Βλάχου, ενός ποδοσφαιριστή με μεγάλη εμβέλεια όσο αφορά το χώρο και την διαφορετικότητα της δουλειάς, σταθερό στην ‘κορυφή’ τον Νίκο Εμμανουηλίδη και τον Γιάννη Μπρατσιώτη στο αριστερό άκρο της επίθεσης και τους Σιμιτζή-Ρόγκα, Τοκπασίδη να εναλλάσσονται στο δεξί αλλά και στο αριστερό άκρο (Ρόγκας) της επίθεσης’.
Αυτό το εξαιρετικό, πολυσύνθετο και γενικά αξιόμαχο ποδοσφαιρικό σύνολο, στο οποίο ‘χωρούσαν’ όταν οι περιστάσεις το επέτρεπαν ή απαιτούσαν και οι Αντώνης Δεληγιάννης μεσοαμυντικός και Νίκος Βασιλάκος μεσοεπιθετικός, στην κυριολεξία, διασκορπίστηκε, απ’ τον ‘συσσωρευμένο θυμό’ του Τάσου Καμπούρη, που σε κάποιες περιπτώσεις διακρινόταν από μια άκαμπτη αδιαλλαξία και απολυτότητα, αδιαφορώντας για κόστη και συνέπειες.
Απομακρύνθηκαν τότε (’69) ο Δημήτρης Τσακάλης, ο Γιώργος Βλάχος, ο Λουκάς Κάγιας, ο Νίκος Εμμανουηλίδης, ο Γιάννης Κακαβάς και ακόμη αποδεσμεύτηκαν οι Ανδρέας Τοκπασίδης, Βαγγέλης Τσιβίκας, Δημήτρης Κουτσούμπης. Ήρθε ο Νίκος Γιαννακούρος απ’ τον Ολυμπιακό Πειραιώς και ο Δήμος Παπασωτηρίου απ’ την ΑΕΚ Χαλκίδας και βέβαια ο Κώστας Ζήσης απ’ τον Α.Ο.Ν. Αρτάκης. Πήραν τέλος ‘παράταση’ μέχρι το ’70 οι Λίβας-Κουτσουδάκης.

Την περίοδο ’69-’70, προπονητής είναι ο Στέφανος Πετρίτσης, που πρόσφερε έργο, η ομάδα σε πείσμα των πάντων, έκανε καταπληκτικές εμφανίσεις και έχασε την άνοδο στη μεγάλη κατηγορία, φεύγοντας με ήττα 3-1 από τα Τρίκαλα, ενώ με ισοπαλία έβλεπε Α’ Εθνική. Και αυτή η εμφάνιση των Χαλκιδέων είχε χαρακτηρισθεί ‘περίεργη’.
Είναι η εποχή των ‘Ρούκις’. Τα ‘δεύτερα’ της ‘Χαλκίδας’ που γίνονται ‘πρώτα’. Σπουδαία ταλέντα που όμως η πλειονότητα χάθηκε στην μετριότητα των επομένων ετών. Ο Νίκος Κωτσής, τερματοφύλακας, ο Τάσος Ματσούκας, ο Βασίλης Μπαμπανιώτης, ο Μήτσος Παπανικολάου, ο Νίκος Παύλου, ο Θανάσης Παπαϊωάννου, ο Αντώνης Καφαντάρης, ο Βαγγέλης Κορώζης, ο Βλάσης Ταυλαρίδης, ο Κάκος Τοκπασίδης έμειναν, ενώ έφυγαν οι Λάκης Καρδαμήλας, ο Δημήτρης Δημητρίου (Μπεστ), ο Αυγέρης Γεωργαράς, ο Αντώνης Πατρίκας, ο Θοδωρής Κοκορίκος, ο Αλέκος Παπαδέδες και οι τερματοφύλακες Δράκος και Κωσταντόπουλος και άλλοι πολλοί νέοι και ταλαντούχοι. Ο Σταύρος Μαστραντωνάς πρέπει να ξεκίνησε στο άνοιγμα της επόμενης δεκαετίας που θ’ ακολουθήσει.